Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Αντόν Τσέχωφ

«γιατί είσαι άβουλη/άβουλος;;»

Άντον Τσέχωφ (1860-1904)


Αντόν Τσέχωφ - Διηγήματα - "Η Δασκάλα"

Tις προάλλες φώναξα στο γραφείο μου τη δεσποινίδα Ιουλία, τη δασκάλα των παιδιών. Έπρεπε να της δώσω το μισθό της.
- Κάθισε να κάνουμε το λογαριασμό, της είπα. Θα 'χεις ανάγκη από χρήματα και συ ντρέπεσαι να ανοίξεις το στόμα σου... Λοιπόν... Συμφωνήσαμε για τριάντα ρούβλια* το μήνα...
- Για σαράντα.
- Όχι, για τριάντα, το έχω σημειώσει. Εγώ πάντοτε τριάντα ρούβλια δίνω στις δασκάλες... Λοιπόν, έχεις δύο μήνες εδώ...
- Δύο μήνες και πέντε μέρες...
- Δύο μήνες ακριβώς... Το 'χω σημειώσει... Λοιπόν, έχουμε εξήντα ρούβλια. Πρέπει να βγάλουμε εννιά Κυριακές... δε δουλεύετε τις Κυριακές. Πηγαίνετε περίπατο μετα παιδιά. Έπειτα έχουμε τρεις γιορτές...

Η Ιουλία έγινε κατακόκκινη και άρχισε να τσαλακώνει νευρικά την άκρη του φουστανιού της, μα δεν είπε λέξη.

- Τρεις γιορτές... μας κάνουν δώδεκα ρούβλια το μήνα... Ο Κόλιας ήταν άρρωστος τέσσερις μέρες και δεν του έκανες μάθημα... Μονάχα με τη Βαρβάρα ασχολήθηκες... Τρεις μέρες είχες πονόδοντο και η γυναίκα μου σου είπε να αναπαυτείς μετά το φαγητό... Δώδεκα και εφτά δεκαεννιά. Αφαιρούμε, μας μένουν... Χμ! σαράντα ένα ρούβλια... Σωστά;

Το αριστερό μάτι της Ιουλίας έγινε κατακκόκινο και νότισε. Άρχισε να τρέμει το σαγόνι της. Την έπιασε ένας νευρικός βήχας, έβαλε το μαντίλι στη μύτη της, μα δεν έβγαλε άχνα.

- Την παραμονή της πρωτοχρονιάς έσπασες ένα φλιτζάνι του τσαγιού με το πιατάκι του... Βγάζουμε δύο ρούβλια... Το φλιτζάνι κάνει ακριβότερα γιατί είναι οικογενειακό κειμήλιο, μα δεν πειράζει... Τόσο το χειρότερο! Προχωρούμε! Μια μέρα δεν πρόσεξες τον Κόλια, ανέβηκε ο μικρός στο δέντρο και έσκισε το σακάκι του... Βγάζουμε άλλα δέκα ρούβλια... Άλλη μια μέρα που δεν πρόσεχες, έκλεψε μια καμαριέρα τα μποτάκια της Βαρβάρας. Πρέπει να 'χεις τα μάτια σου τέσσερα, γι' αυτό σε πληρώνουμε... Λοιπόν, βγάζουμε άλλα πέντε ρούβλια. Στις δέκα του
Γενάρη σε δάνεισα δέκα ρούβλια...

- Όχι, δεν έγινε τέτοιο πράμα. μουρμούρισε η Ιουλία.
- Το 'χω σημειώσει!
- Καλά...
- Βγάζουμε είκοσι επτά ρούβλια, μας μένουν δεκατέσσερα.

Τα μάτια της Ιουλίας γέμισαν δάκρυα. Κόμποι ιδρώτα γυάλιζαν πάνω στη μύτη της. Κακόμοιρο κορίτσι!

- Μα εγώ μια φορά μονάχα δανείστηκα χρήματα. Μονάχα τρία ρούβλια, από την κυρία, μουρμούρισε η Ιουλία και η φωνή της έτρεμε... Αυτά είναι όλα όλα που δανείστηκα.
- Μπα; Και γω δεν τα είχα σημειώσει αυτά. Λοιπόν, δεκατέσσερα έξω τρία, μας μένουν έντεκα. Πάρε τα χρήματά σου, αγαπητή μου!
Τρία... τρία, τρία... ένα και ένα... Πάρ' τα...

Και της έδωσα έντεκα ρούβλια. Τα πήρε με τρεμουλιαστά δάχτυλα και τα έβαλε στην τσέπη της.

- Ευχαριστώ, ψιθύρισε.

Πετάχτηκα ορθός και άρχισα να βηματίζω πέρα δώθε στο γραφείο. Με έπιασαν τα δαιμόνια μου.

- Και γιατί με ευχαριστείς;
- Για τα χρήματα.
- Μα, διάολε, εγώ σε έκλεψα, σε λήστεψα! Και μου λες κι ευχαριστώ;
- Οι άλλοι δε μου 'διναν τίποτα!...
- Δε σου 'διναν τίποτα. Φυσικά! Σου έκανα μια φάρσα για να σου γίνει σκληρό μάθημα. Πάρε τα ογδόντα σου ρούβλια! Τα είχα έτοιμα στο φάκελο! Μα γιατί δε φωνάζεις για το δίκιο σου; Γιατί στέκεσαι έτσι σαν χαζή; Μπορείς να ζήσεις σ' αυτό τον κόσμο αν δεν πατήσεις λίγο πόδι, αν δε δείξεις τα δόντια σου; Γιατί είσαι άβουλη;

Μουρμούρισε μερικά ευχαριστώ και βγήκε.

* Ά. Τσέχωφ, Διηγήματα

Τρίτη 29 Απριλίου 2014

Τρώες,Κ.Π.Καβάφης


Είν'οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων....όμως η πτώσις μας είναι βεβαία!!!!!!!

επέτειος γέννησης και θανάτου του Κ.Π.Καβάφη




Επέτειος γέννησης και θανάτου του Κ.Π.Καβάφη σήμερα...ας μιλήσει η ποίησή του,ό,τι και να ειπωθεί γι'αυτόν από επαΐοντες και μη είναι κατώτερο και λιγότερο του έργου του...

Κωνσταντίνος Καβάφης

Όσο μπορείς

Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.
Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κ' εκθέτοντάς την
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινήν ανοησία,
ως που να γίνει σα μια ξένη φορτική.
[1913]

Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

Έγκλημα και τιμωρία




«Έγκλημα και τιμωρία»,ένα βιβλίο φιλοσοφικό,διεισδυτικό,επίκαιρο, για την υπευθυνότητα των πράξεών μας,τις επιλογές μας,την υπαρκτή ή ανύπαρκτη συνείδηση των ανθρώπων,ένα κείμενο που όσες φορές και να  διαβαστεί οδηγεί σε νέα συμπεράσματα και προωθεί τη σκέψη...απολαύστε το και ηλεκτρονικά!!!




http://www.ebooks4greeks.gr/%CE%B5%CE%B3%CE%BA%CE%BB%CE%B7%CE%BC%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CE%B9%CE%BC%CF%89%CF%81%CE%B9%CE%B1-%CE%BD%CF%84%CE%BF%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%B5%CF%86%CF%



Ο Ρασκόλνικωφ, προτού βγεί έξω, πρόφτασε να χώσει το χέρι στην τσέπη του και
να βγάλει όσα λεφτά μπόρεσε να πιάσει από τα ψιλά που του 'μειναν όταν χάλασε
το ρούβλι στην ταβέρνα. Τ' ακούμπησε κρυφά στο περβάζι του παραθύρου, αλλά
ύστερα, όταν βρέθηκε στη σκάλα, το μετάνοιωσε και ήθελε να γυρίσει πίσω.
"Τί βλακεία ήτανε αυτή που έκανα;", σκέφτηκε. "Αυτοί έχουν τη Σόνια τους, ενώ
εγώ έχω ανάγκη από λεφτά". Έκανε όμως τη σκέψη πως ήτανε αδύνατο πια να τα
ξαναπάρει. 'Άλλωστε, ακόμα κι αν μπορούσε, δε θα τα ξανάπαιρνε. Έκανε με το
χέρι του μια κίνηση αδιαφορίας και τράβηξε για το σπίτι του. "Η Σόνια έχει
ανάγκη ν' αγοράσει πομάδες", εξακολούθησε, βαδίζοντας στο δρόμο και
χαμογελώντας σαρκαστικά: "Αυτή η καθαριότητα στοιχίζει ακριβά. Χμ! Δίχως τα
δικά μου λεφτά θα 'μεναν αύριο όλοι τους νηστικοί!... Αχ, φουκαριάρα Σόνια! Σε
τί επάγγελμα σ' έσπρωξαν! Και το κέρδος το 'χουνε αυτοί! Γιατί, όπως και να το
κάνεις, έχουν κέρδος! Έχυσαν, βέβαια, μερικά δάκρυα, αλλά το συνήθισαν το
πράμα πολύ γρήγορα.
Ο άνθρωπος είναι τόσο πρόστυχος, που όλα τα συνηθίζει στο τέλος".
Άρχισε να σκέφτεται.
"Κι αν είπα τώρα μια βλακεία;", αναφώνησε ξαφνικά δίχως να το θέλει. "Αν,
στην πραγματικότητα, ο άνθρωπος δεν είναι πρόστυχος, ο άνθρωπος στο σύνολο
του δηλαδή, μ' άλλα λόγια το ανθρώπινο γένος, αυτό θα σήμαινε πως όλα τ' άλλα
είναι μόνο προλήψεις, φόβοι ολοκάθαρα φανταστικοί, θα σήμαινε πως δεν
υπάρχουν πια φραγμοί και πως έτσι πρέπει να είναι!"
83%CE%BA%CE%B9

Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

Μεγαλοβδομαδιάτικα 3


Η λύτρωση της Μαγδαληνής
Επιτέλους
έμπηξα το χαριστικό καρφί
 στο πάθος μου για σένα
 τετέλεσται όλα
 στον μέσα και τον έξω μου σταυρό

 κι έτσι, δίχως θρήνους
 απαθής κατεβάζω
 τυλιγμένο μες στο λευκό σεντόνι
 των μαλλιών μου
 το άψυχο διωγμένο φίλημά μου
 από τα απαρνητικά σου πόδια
 τα όξινά σου χείλη

μόνη μου το σηκώνω
 δεν έχει καν το ιδεολόγο εκείνο βάρος
 που αποκτά μια στέρηση όταν
 την κληρονομεί η ιστορία


 αχ, πανάλαφρος απέμεινε
 ο θάνατος του πόθου μου για σένα
φυσικό
 έχει κλαπεί από μέσα του το σώμα
 μέτρα πόσους αιώνες ήκμασε φρενήρες
 σφαδάζοντας επάνω
στην παγερή απάρνησή σου γατζωμένο

 και τώρα
 που αποχωρούν αι μυροφόροι μοίραι μία μία
 κι έμεινα μόνη μες στο άδειο γεγονός

ανασηκώνω το καπάκι που σκεπάζει
 αυτά εδώ τα πτώματα που γράφω
 και θλιμμένη γελώ παρατηρώντας


 πώς ζάρωσε τι γερόντιο έθιμο απέμεινε
 ο έρως μου για σένα
 αλλά και τι γραΐδιο κωμικό τι μάταιο
 η μη ανταπόκρισή σου

 τετέλεσται όλα Χριστέ μου.

 Τήρησα ωστόσο ευλαβώς
 το έθιμο της οδύνης και φέτος.

http://eystathia.tumblr.com/post/82987838104


ήταν εύκολο
 πόσο εύκολοι
 πόσο εύκολοι είναι οι άνθρωποι
 εύκολοι στο άνοιγμα
 στο κλείσιμο
 εύκολα αγαπιούνται
 και χωρίζουν
 εύκολα τους πληγώνεις
 και τους σηκώνεις , τόσο ψηλά
 που νομίζουν πως είσαι θεός
 και την άλλη στιγμή
 από εκεί που σ αγαπούν
 σε πετάνε
 πάτωμα
 και ξεχνάνε
 όνομα
 διεύθυνση
 αριθμό
 .
πόσο εύκολοι είναι
 οι άνθρωποι
 στα φιλιά τους
 πόσο εύκολα τους γεμίζεις με λέξεις
 και δεν χρειάζεται να χτίζεις με πράξεις
 πιο ευτυχισμένοι είναι
 με αγκαλιές φτιαγμένες από προτάσεις
 και κανείς δεν κλωνίζει την όμορφη
 διάστικτη ευτυχία τους
 είναι εύκολοι
 πολύ εύκολοι οι άνθρωποι
 λίγο χρήμα στα χέρια τους
 μια ωραία εικόνα απέναντί τους
 και η ευτυχία τους είναι αυτονόητη
 .
ήταν εύκολο να είμαι εύκολος άνθρωπος
 γελούσα εύκολα
 πονούσα δύσκολα
 πίστευα τις λέξεις
 αγαπούσα το κενό των πράξεων
 γιατί κρεμούσα φωτογραφίες
 με θολώναν το μυαλό οι αναμνήσεις
 και δεν κοιτούσα το παρόν
 .
εύκολοι
 πολύ εύκολοι
 οι άνθρωποι
 κι όσο πιο δύσκολο στο κάνουν
 το να φτάσεις κοντά τους
 τόσο πιο εύκολο είναι
 να τους πονέσεις μετά
 σαν κάτι γυναίκες
 που κυνηγούν τον έρωτα
 σαν να μην υπάρχει αύριο
 και σαν τους άντρες που αποφασίζουν να τους τον προσφέρουν
 και μετά
 όπως η μέλισσα πετάει σε άλλο κλαδί
 μόνο αν είναι όμορφο
 χάνονται
 και εύκολα
 γίνονται εύκολοι
 οι άνθρωποι

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Πασχαλινά ποιήματα 2




Κική Δημουλά ,«Γραμματείς και πρεσβύτεροι αιώνες »
Ιδού η μικροτάτη Παρασκευή πάλι σε βαφή Μεγάλης βουτηγμένη.

Μέτωπο αιμάτινο σου πλέκουν τ' ακανθώδη
έθιμα
και επί τον ιματισμόν σου έβαλαν κλήρο
η νηστεία ο Μπαχ τα βαρελότα και η μέθοδος
να φτάνει με καρφιά στα άκρα του ο πόνος.

Τι κι αν εσχίσθη το καταπέτασμα των χαμομηλιών
τι κι αν χρωμάτων στρατιαί εξεπλήττοντο

σταύρωσον σταύρωσον αλαλάζουν
τα κρεοπωλεία οι ψησταριές κι οι φούρνοι.

Δε μ' άκουσες.
Αφησες ανύμφευτη την κόμη της Μαγδαληνής
και σπατάλησες το σπάνιο Νυμφίο άρωμά σου
για να κάνεις τεστ αληθείας στην αγάπη, στον πλησίον.
Σου φώναζα να τους αφήσεις όπως είναι

όπως τους παραλάβαμε από την υπαρξιακή παράδοση
όπως περιγράφτηκαν από στόμα σε στόμα
από πικρό ποτήριον σε πικρότερο. Δε γλίτωσε
σταυρώθηκε όποιος διανοήθηκε να τους επαληθεύσει.

Προσκυνώ το οικείον προσφιλές μου σφάλμα σου.
Εν συντριβή περιστρέφω τη σούβλα
αδημονώντας σε αμνέ μας.

Τρίτη 15 Απριλίου 2014

«Πασχαλινή» ποίηση

Ντινος Χριστιανοπουλος, “Μαγδαληνη”

Απο τη συλλογη “Εποχή των ισχνων αγελαδων” (1950)

Τον ξεχώρισα μόλις τον είδα, ήμουνα τακτική στα κηρύγματά του,
πούλησα κι ένα κτηματάκι της θειας μου για να τον ακολουθήσω.
Όμως όταν πια όλα τα ξόδεψα, αποφάσισα να πουλήσω και το κορμί μου,
στην αρχή στους ανθρώπους των καραβανιών, κατόπι στους τελώνες∙
κοιμήθηκα με σκληροτράχηλους Ρωμαίους κι οι Φαρισαίοι δε μου είναι άγνωστοι.
Κι όμως μέσα σ’ αυτά δεν ξεχνούσα τα μάτια του.
Μήνες για χάρη του έτρεχα απ’ το Ναό στο λιμάνι
κι απ’ την πόλη στο Όρος των Ελαιών.
 
Κύριε μυροπώλη, κάντε μου, σας παρακαλώ, μια μικρή έκπτωση.
Για ένα βάζο αλάβαστρου δε φτάνουν οι οικονομίες μου.
Κι όμως πρέπει να αποχτήσω αυτό το μύρο με τα σαράντα αρώματα.
 
Μ’ αυτό το μύρο θ’ αλείψω τα πόδια του,
μ’ αυτά τα μαλλιά θα σφουγγίσω τα πόδια του,
μ’ αυτά τα χείλη, τα πόδια του τα εξαίσια κι άχραντα θα φιλήσω.
Ξέρω, είναι πολύ αυτό το μύρο για τη μετάνοια,
ωστόσο για τον έρωτα είναι λίγο.
Κι αν μια μέρα ασπαστώ το χριστιανισμό, θα είναι για την αγάπη του∙
κι αν μαρτυρήσω γι’ Αυτόν, θα ‘ναι η αγάπη του που θα μ’ εμπνέει.
Γιατί, κύριε, ο έρωτας μού ανάβει την πίστη κι η αγάπη τη μετάνοια
κι ίσως μείνει αιώνια τ’ όνομά μου σα σύμβολο
εκείνων που σώθηκαν και λυτρώθηκαν «ότι ηγάπησαν πολύ».